Στην αίθουσα του δικαστηρίο
Ο Ζακ δολοφονήθηκε από πολλούς και συνεχίζει να δολοφονείται μέχρι σήμερα στις δικαστικές αίθουσες από δικηγόρους και μάρτυρες, υπεράσπισης των κατηγορουμένων. Παρά τις αρνητικές τοξικολογικές εξετάσεις και τις ιατρικές γνωματεύσεις, η γραμμή υπεράσπισης των δικηγόρων είναι να πείσουν πάση θυσία πως ο Ζακ ήταν τοξικοεξαρτημένος και άρρωστος αποδίδοντας τις αιτίες του θανάτου σε ανυπόστατα παθολογικά χαρακτηριστικά και όχι στα απανωτά χτυπήματα που δέχθηκε σε όλο του το σώμα και το κεφάλι. Στο μεταξύ, από την αρχή αυτής της υπόθεσης το σενάριο “ληστής/πρεζάκι” διακινείται από τα μιντια και ολο τον συρφετό της συγκάληψης, για να δικαιολογηθεί το μέχρι θανάτου λιντσαρισμα. Όσο η υπαρξη του Ζακ αποκλίνει από αυτή την εικόνα, τόσο επιμένουν να τον χωρέσουν σε αυτή. Κι όσο προσπαθούν να τον χωρέσουν στην ταυτότητα “ληστης/πρεζακι”, τόσο νομιμοποιείται, ηθικά και όχι μόνο, ο θάνατος κάποιου, που μπορεί να είναι κάτι από αυτά, ή να μοιάζει κομμάτι κάποιας άλλης περιθωριοποιημενης ταυτότητας.
Αυτή η λογική δε σταματά, την βλέπουμε κάθε μέρα από τη δολοφονία του Nίκου Σαμπάνη απο τους μπάτσους, μέχρι τα pushbacks και τα ναυάγια μεταναστριών για τα οποία κανείς δεν κατηγορείται και καμία δικαιοσύνη δεν έρχεται.
Περιθώρια
Μέσω της δολοφονίας του Ζακ αποκαλύφθηκε η εικόνα που έχει ένα μεγάλο κοινωνικό κομμάτι για αυτό που γίνεται αντιληπτό ως “περιθώριο”. Αυτές που μοιάζουν διαφορετικές και περιθωριοποιημένες συχνά συναντούν το μένος, την εκδικητική μανία και την επιβολή όσων φαντάζονται τους εαυτούς τους ως κανονικούς. Αυτοδίκαια κανονικό φαντάζεται τον εαυτό του ο νοικοκυραίος, ο κοσμηματοπώλης, ο μεσίτης, καθώς και οι μπατσοι και ο ΕΚΑΒιτης που αποτελείωσαν ό,τι οι αρχισαν οι πρώτοι.
Ταυτόχρονα, ίσως το αμεσως πιο τρομακτικό απο το λιτζαρισμα που κατέληξε στη δολοφονία του Ζακ είναι πως μαγνητοσκοπήθηκε όσο συνέβαινε. Χωρίς να παραβλέπουμε ότι τα ντοκουμέντα που προέκυψαν, βοήθησαν να αμφισβητηθεί η εκδοχή της νόμιμης άμυνας απέναντι σε έναν επικίνδυνο διαρρήκτη, το γεγονός της μαγνητοσκόπησης του συμβάντος από τόσους μάρτυρες μας φέρνει μπροστα σε μια συνειδητοποίηση πολύ θλιβερή: η πλειοψηφία των ανθρώπων που βρίσκονταν παρόντες στο περιστατικό προτίμησαν να σηκώσουν την κάμερα του κινητού τους, και να παράξουν ντοκουμέντα ή ακόμα και θέαμα, από το να επέμβουν με οποιοδήποτε τρόπο και να σταματήσουν αυτό που συνέβαινε μπροστά τους. Όλοι όσοι σοκαρισμένοι και άπραγοι παρακολουθούσαν το βίαιο σκηνικό δεν ήταν οι ίδιοι δολοφόνοι, όμως σιγουρα επέτρεψαν στους δολοφόνους να δράσουν σχεδόν ανεμπόδιστα. Για αυτούς ο Ζακ δεν ανήκε μάλλον στο ίδιο είδος, έτσι η ζωή του δεν έγινε αντιληπτή ως υπερασπίσιμη, αλλά ως μια ζωή που μπορεί να γίνει έρμαιο μπάτσων και αγανακτισμένων ιδιοκτητών, χωρίς αντίσταση και κάπως έτσι να χαθεί. Πιθανα η δολοφονία του Ζακ να περνούσε στα ψιλά γράμματα αν ο ίδιος δεν ήταν ενεργό μέλος της lgbtqi+ κοινότητας. Πιθανά να διέφευγε της προσοχής και του ίδιου του κινήματος (lgbtqi+, και ευρύτερου) αν τελικά αποδεικνύονταν η ταυτοτητα “ληστής/πρεζακι”.
Ακόμα οφείλουμε να αναλογιστούμε, ότι παρόλο που γεμιζουμε θλίψη και οργή για τους θανάτους ανθρώπων που κατοικούν στα σύνορα του “κοινωνικού“, όσο ήταν ακόμα ζωντανοί συχνά κάναμε ελάχιστα σε συλλογικό επίπεδο ώστε να τους αφουγκραστούμε και να σταθούμε δίπλα τους με οποιοδήποτε τρόπο. Για αυτό το καθρεφτισμα δεν χρειαζεται να κοιτάξουμε μακριά, την ίδια περίοδο που ο Ζακ δολοφονούταν στην Ομονοια, στους δρόμους της Μυτιλήνης είχε γίνει καθημερινότητα το λιντσάρισμα εναντίον μεταναστών απο αγανακτισμενους Μυτιληνιούς. Μερικά χρόνια αργότερα η Δήμητρ_ απο τη Συκαμνιά, σκοτωνεται και μένει στα αζήτητα αφηνοντας μας με το χρέος της απουσίας μας (ή έστω της ελλιπούς παρουσίας μας) στη δύσκολη ζωή της.
Το οργισμένο πένθος, η θλίψη, η μνήμη και τόσα άλλα συλλογικά συναισθήματα, που γεννιούνται σε στιγμές σαν αυτές, υπήρξαν ανέκαθεν στοιχείο των κινημάτων και πολλές φορές κινητήρια δύναμη για την έκρηξή τους. Όπως και μετά τη δολοφονία του Ζακ, όπου ίσως για πρώτη φορά, διαφορετικά κινήματα και άνθρωποι που συνήθως παραμένουν στην αορατότητα, βρέθηκαν μαζί στο δρόμο, σπάζοντας τις περιχαρακώσεις τους και επιχειρώντας να μετατρέψουν την οργή σε συλλογική αντίδραση. Όμως κατοικούμε στο παρόν και εκτός από τους νεκρούς, είναι επιτακτική ανάγκη να φροντίζουμε τις ζωντανές, οργανωνοντας τις άμυνές μας ή και τις επιθέσεις μας με όλα τα μέσα.
Κράτος κατά της έμφυλης βίας και αυτό που έρχεται
Διαχρονικά, παρακολουθούμε μεγάλο κομμάτι του δημόσιου λόγου αλλά και του κινήματος να κινείται σε μια τροχιά αιτημάτων αναγνώρισης της έμφυλης βίας από το κράτος και συχνά να εξαντλείται εκεί. (Κάτι τέτοιο είδαμε και στο ντοκιμαντέρ για τη Νέα Υόρκη του ‘68, όπου η κριτική έμοιαζε πολλές φορές να εξαντλείται στο ότι αστυνομία και δικαστήρια πρέπει να κάνουν καλύτερα τη δουλειας τους.) Ιδιαίτερα στα πλαίσια του αποκαλούμενου ελληνικού metoo βλέπουμε να κορυφώνονται τα αιτήματα για αυστηροποιηση των νόμων και αύξηση των ποινών.
Άλλωστε η όποια υποχώρηση του κράτους σε τέτοια ζητήματα δεν ήρθε μόνο επειδή γράφτηκαν άρθρα στα social media, ήρθε υπο την απειλή εξεγέρσεων και τον φόβο απονομιμοποιησης της εξουσίας και της κυρίαρχης πραγματικότητας. Ακόμα και έτσι όμως είναι τουλάχιστον αφελές να πιστεύουμε ότι θα γίνουμε περισσότερο ασφαλείς εκχωρώντας την προστασία μας στο κράτος και τους μηχανισμούς του. Αστυνομικά τμήματα και δικαστικές αίθουσες είναι τόποι κατεξοχήν εχθρικοί για όλα τα καταπιεσμένα της κοινωνίας και αποτελούν βασικούς πυλώνες της πατριαρχίας και κάθε συστήματος ανισότητας και εκμετάλλευσης.
Άλλωστε δεν έχει σταθεί δύσκολο για το εξουσιαστικό σύστημα να ενσωματώσει και να ικανοποιήσει δικαιωματικού τύπου αγώνες, όταν αυτό πρόκειται να αυξήσει την κοινωνική αποδοχή και να αμβλύνει τηνσύγκρουση με δυσαρεστημένα τμήματα της κοινωνίας. Σύντομα θα δούμε μπάτσους και μπατσίνες να επιμορφώνονται στην έμφυλη βία και να καμαρώνουν που έσωσαν κάποια γυναίκα. Και κάπως έτσι θα ξεπλένονται από βιασμούς και δολοφονίες, όπως αυτές του Ζακ, του Σαμπάνη και τόσων άλλων, και θα νομιμοποιούν την παρουσία τους σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου, όπως (coming soon) και στα πανεπιστήμια, επικαλούμενοι την προστασία μας και το δικό μας καλό.
Από την άλλη, τίποτα δεν εμποδίζει το κράτος και το δικαστικό σύστημα από το να εργαλειοποιούν τους ίδιους τους τους νόμους, κάνοντας χρήση των αυστηρότερων ποινών όταν το προφίλ θύτη και θύματος είναι βολικό, και εφευρίσκοντας ελαφρυντικά και παραθυράκια όταν πρόκειται για τα δικά τους παιδιά. Έτσι όσο τα κινήματα θα αγκιστρώνονται στο αφήγημα πως μόνος προστάτης είναι το κράτος, και δεν θα οργανώνονται με στόχο την ανατροπή τους, η βαρβαρότητα θα συνεχίζει ανενόχλητη να επελαύνει πάνω απ’τα τσακισμένα σώματά μας.
Και όπως σε κανένα γνωστό παράδειγμα αγώνα δεν είδαμε την αλλαγή να έρχεται από τους μπάτσους, τους δικαστές ή και την μεγεθυνση του φυλακιστικού συστήματος, δεν έχουμε καμία αυταπάτη ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί τώρα και μάλιστα στο όνομά μας. Για όλους αυτούς τους λόγους, από την δίκη για την δολοφονία του Ζακ (χωρίς να υποτιμάμε τη σημασία της τόσο για τα κινήματα που οργανώνονται γύρω από αυτή, όσο και για τους δικούς του ανθρώπους) δεν περιμένουμε καμιά δικαιωση, όποια και αν είναι η έκβαση της.
Παρά τους χίλιους φόνους του Ζακ/Zackie Oh είναι στο χέρι μας και μόνο να μην σβήσει μέσα στη λησμονιά. Όπως είναι στο χέρι μας να τρομοκρατήσουμε όσους νομίζουν πως υπάρχουν ζωές φθηνότερες από άλλες.
17/2/2022,
Αnormin@